διευθυνσεις

Buchhandel Bowker Electre Informazioni Editoriali Micronet Nielsen Book Data

Μετάφραση [Translate]

Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 2017

Φιλοσοφία και Λογοτεχνία: μια σχέση βάθους

"Φιλοσοφία και Λογοτεχνία"
Προσεγγίσεις και διακυβεύματα ενός ζητήματος
Philippe Sabot
Σελ. 288, Gutenberg 2017

Για τη μελέτη του Philippe Sabot «Φιλοσοφία και Λογοτεχνία. Προσεγγίσεις και διακυβεύματα ενός ζητήματος» (εισαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις Γιάννης Πρελορέντζος, εκδ. Gutenberg).
Του Θωμά Συμεωνίδη
Οι σχέσεις ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία δεν είναι κάτι το άγνωστο. Αν εστιάσει κάποιος μόνο στη Γαλλία και στον 20ό αιώνα, μπορεί να διαπιστώσει ότι αυτές οι σχέσεις έλαβαν διάφορες μορφές. Ενδεικτικά, στη διάρκεια μίας πρώτης περιόδου που εκτείνεται από τη δεκαετία του 1930 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1960, πολλοί φιλόσοφοι ήταν και συγγραφείς: Γκάμπριελ Μαρσέλ, Ζαν-Πολ Σαρτρ, Αλμπέρ Καμί, Ζαν Βαλ. Πολλοί φιλόσοφοι επίσης, έγραψαν κριτικά κείμενα για έργα της λογοτεχνίας: ο Μαρσέλ για τον Ρίλκε και τον Κλοντέλ. Ο Βαλ για τον Νοβάλις, τον Ρίλκε, τον Κλοντέλ, τον Βαλερί και τον Χέλντερλιν. Ο Σαρτρ για μία πλειάδα συγγραφέων, όπως επίσης οι Εμανουέλ Λεβινάς, Ζαν Ιπολίτ, Μερλό-Ποντί. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μετά, το φαινόμενο αυτό θα γενικευτεί. Αναφέρω ενδεικτικά και πάλι, κάποιους από τους πιο σημαντικούς φιλοσόφους, οι οποίο αφιέρωσαν ένα μέρος του έργου τους στη λογοτεχνία: Ζιλ Ντελέζ, Μισέλ Φουκό, Ζακ Ντεριντά, Πολ Ρικέρ, Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ, Φιλίπ Λακού-Λαμπάρτ, Αλεν Μπαντιού, Ζακ Ρανσιέρ.
Το βιβλίο του Φιλίπ Σαμπό είναι μία σημαντική συνεισφορά στο πεδίο που εξετάζει τις σχέσεις ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία.
Το βιβλίο του Φιλίπ Σαμπό (γενν. 1969), καθηγητή φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Charles de Gaulle-Lille, είναι σημαντική συνεισφορά στο πεδίο που εξετάζει τις σχέσεις ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία. Και πρόκειται για μια συνεισφορά η οποία αναδεικνύεται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό χάρη στην εκτεταμένη εισαγωγή, τη μετάφραση και τις σημειώσεις του Γιάννη Πρελορέντζου, καθηγητή Νεότερης και Σύγχρονης Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Το συγκεκριμένο βιβλίο εντάσσεται σε έναν αστερισμό πρόσφατων πονημάτων που κυκλοφόρησαν από Έλληνες συγγραφείς τα τελευταία χρόνια, και μπορεί να θεωρηθεί σε μεγάλο βαθμό συμπληρωματικό του πρόσφατου πονήματος, επίσης, του Πρελορέντζου,Φιλοσοφία και Λογοτεχνία στη Γαλλία 1930-1960.
Στην εισαγωγή του Πρελορέντζου, υπάρχει αρχικά παρουσίαση των σπουδών, της ακαδημαϊκής και ερευνητικής διαδρομής του Σαμπό και των δημοσιεύσεών του. Με αυτόν τον τρόπο, ο αναγνώστης μπορεί να αποκτήσει πολύ γρήγορα μία εικόνα για το πώς έχουν τα πράγματα σήμερα για τις σχέσεις ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία, με συγκεκριμένες αναφορές σε πανεπιστημιακά ιδρύματα και πρόσωπα. Στη συνέχεια της εισαγωγής, αναλύεται το παρόν έργο του Σαμπό, μέσα από κριτικές τοποθετήσεις και σχόλια πάνω στις θέσεις και τις επιλογές του Σαμπό. Με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζονται ταυτόχρονα και όλες οι τάσεις κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα φτάνοντας μέχρι και το σήμερα. Πολύ σημαντικό επίσης για τον Έλληνα αναγνώστη είναι ότι παρέχονται εξαντλητικές βιβλιογραφικές αναφορές, πηγές και πληροφορίες για σχετικά πονήματα και μεταφράσεις στα ελληνικά, σχετικές εκδηλώσεις και συνέδρια που έχουν λάβει χώρα καθώς και πιθανές κατευθύνσεις έρευνας στο συγκεκριμένο πεδίο.
Το κυρίως κείμενο του Σαμπό αποτελείται από πέντε κεφάλαια. Στο πρώτο, αναλύονται οι φιλοσοφικές χρήσεις της λογοτεχνίας και στα επόμενα, τα βασικά σχήματα τα οποία προτείνει ο Σαμπό (το διδακτικό, το ερμηνευτικό και το παραγωγικό) με τα οποία χαρτογραφεί πλήρως, κατά τη γνώμη του, τις διαφορετικές μορφές που έχουν λάβει οι σχέσεις φιλοσοφίας και λογοτεχνίας. Σε αυτά τα σχήματα, θα μπορούσε να προστεθεί και το πειραματικό, αυτό που ο Σαμπό αποκαλεί ως «σκέπτεσθαι υπό τον όρο της λογοτεχνίας» (το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου).
Oι κυρίαρχες τάσεις σήμερα δεν αφορούν απλά την προσέγγιση της λογοτεχνίας μέσα από το πεδίο της φιλοσοφίας, αλλά πλέον και από τη σκοπιά των φιλολογικών σπουδών. Στο παρόν βιβλίο, ο Σαμπό διερωτάται κατά κύριο λόγο για τον τρόπο με τον οποίο συγκεκριμένοι φιλόσοφοι αντιμετωπίζουν τη λογοτεχνία και συγκεκριμένα λογοτεχνικά κείμενα.
Γενικότερα, οι κυρίαρχες τάσεις σήμερα δεν αφορούν απλά την προσέγγιση της λογοτεχνίας μέσα από το πεδίο της φιλοσοφίας, αλλά πλέον και από τη σκοπιά των φιλολογικών σπουδών. Στο παρόν βιβλίο, ο Σαμπό διερωτάται κατά κύριο λόγο για τον τρόπο με τον οποίο συγκεκριμένοι φιλόσοφοι αντιμετωπίζουν τη λογοτεχνία και συγκεκριμένα λογοτεχνικά κείμενα. Ωστόσο, σε άλλη του μελέτη, ο Σαμπό έχει αναφερθεί και σε ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα, αυτό των σχέσεων ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία από τη σκοπιά της ίδιας της λογοτεχνίας, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο η λογοτεχνία αξιοποιεί τη φιλοσοφία στα κείμενά της. Ένα άλλο επίπεδο διάκρισης ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία αφορά τη διαφοροποίηση ανάμεσα σε εξωτερική ή εσωτερική σχέση. Πρόκειται για τα δύο διαφορετικά μοντέλα δεσίματος όπως τα κωδικοποιεί ο Σαμπό.
Το βασικό σημείο εκκίνησης του Σαμπό στο παρόν βιβλίο είναι, αφενός, να υπονομεύσει τη διάκριση ανάμεσα σε δύο αυστηρούς πόλους, αυτόν της λογοτεχνίας και αυτόν της φιλοσοφίας. Αφετέρου, να διευρύνει τα όρια εντός των οποίων μπορούν να οριστούν λογοτεχνία και φιλοσοφία, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο και τις επικαλύψεις τους. Για παράδειγμα, ο Θωμάς ο Σκοτεινός του Μορίς Μπλανσό μπορεί θεωρηθεί ως ένα στοχαστικό έργο που επιδίδεται σε έναν προβληματισμό που ανάγεται στο επίπεδο της μεταφυσικής. Από την άλλη όμως, και οι Μεταφυσικοί Στοχασμοί του Ντεκάρτ μπορούν να διαβαστούν ως ένα μυθιστόρημα διάπλασης. Ωστόσο, η έμφαση του Σαμπό είναι σε συγκεκριμένα κείμενα και συγγραφείς τα οποία προσκαλούν με μεγαλύτερη ευκολία μία φιλοσοφική ανάγνωση, όπως τα κείμενα των Μπλανσό, Μπόρχες, Μπέκετ, Μούζιλ, Μαν. Ο Σαμπό εμμένει αρκετά στους τρόπους με τους οποίους η χρήση της φιλοσοφίας μπορεί να είναι προβληματική, όπως για παράδειγμα στα μυθιστορήματα με προαποφασισμένη θέση.
Ταυτόχρονα με τις αναφορές, τα δάνεια και τις κριτικές οικειοποιήσεις του Σαμπό από φιλοσόφους που η σχέση τους με τη λογοτεχνία εντάσσεται σε ένα ή περισσότερα σχήματα από αυτά που αναφέρθηκαν, η ανάλυση οδηγεί σε ερωτήματα τα οποία θέτονται απευθείας από τον Σαμπό ή προκύπτουν σχεδόν αβίαστα: με ποιο τρόπο, τελικά, τα λογοτεχνικά έργα καθίστανται φιλοσοφικά; Τι καθορίζει αν μία συγκεκριμένη σχέση προσθέτει σε ένα λογοτεχνικό έργο ή αφαιρεί από αυτό; Ποια είναι αυτή η «φιλοσοφία» που υπάρχει μέσα στα έργα; Με ποιον τρόπο και από ποιον ταυτοποιείται; Πότε μία σκέψη είναι φιλοσοφική και πότε μία σκέψη είναι απλώς μία σκέψη; Και ποιες είναι οι ιδιαίτερες δυνατότητες που παρέχει η λογοτεχνία για σκέψη και κατά προέκταση για φιλοσοφική σκέψη; Προφανώς, οι διακρίσεις είναι πολύ λεπτές. Θα είχε νόημα ωστόσο, να τονιστεί ότι η βασική εστίαση της όλης πραγμάτευσης κατευθύνεται κυρίως στο ερώτημα πώς, δηλαδή τι είναι αυτό και με τι τρόπο κάτι φιλοσοφικό υπάρχει στο κείμενο. Ένα ερώτημα το οποίο δεν ταυτίζεται με το πώς ένα λογοτεχνικό κείμενο παράγεται από ή συνδέεται με μία φιλοσοφία, εσωτερική (του ίδιου του συγγραφέα) ή εξωτερική (ενός φιλοσόφου).
Mε ποιο τρόπο, τελικά, τα λογοτεχνικά έργα καθίστανται φιλοσοφικά; Τι καθορίζει αν μία συγκεκριμένη σχέση προσθέτει σε ένα λογοτεχνικό έργο ή αφαιρεί από αυτό; Ποια είναι αυτή η «φιλοσοφία» που υπάρχει μέσα στα έργα; Με ποιον τρόπο και από ποιον ταυτοποιείται; Πότε μία σκέψη είναι φιλοσοφική και πότε μία σκέψη είναι απλώς μία σκέψη; Και ποιες είναι οι ιδιαίτερες δυνατότητες που παρέχει η λογοτεχνία για σκέψη και κατά προέκταση για φιλοσοφική σκέψη;
Προφανώς, το βιβλίο του Σαμπό, δεν αναφέρεται μόνο στους «ειδικούς», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται για ένα εκλαϊκευμένο βιβλίο πάνω σε ένα δύσκολο και πολυσύνθετο ζήτημα. Ωστόσο, ο πλούτος των βιβλιογραφικών αναφορών, οι συνοδευτικές σημειώσεις, η σαφήνεια των διατυπώσεων, μπορούν να το καταστήσουν μία καλή βάση εκκίνησης για ένα θέμα που αφορά εξίσου συγγραφείς και αναγνώστες. Προσωπική μου άποψη είναι ότι ο διάλογος είναι καίριος, στο βαθμό που υπάρχουν συχνά παρανοήσεις για τους τρόπους με τους οποίους ένα έργο ταυτοποιείται σήμερα ως στοχαστικό ή φιλοσοφικό, και κυρίως, η ευκολία με την οποία γίνεται αυτό. Το ζήτημα είναι ζωτικό, αν αναλογιστεί κανείς ότι στη σχέση της λογοτεχνίας με τη φιλοσοφία, μπορεί να εντοπιστεί μία από τις μήτρες από τις οποίες εκπορεύονται επιμέρους βασικά ζητήματα, όπως η σχέση της λογοτεχνίας με την πολιτική.
Τέλος, δεν θα ήταν πλεονασμός να υπογραμμιστεί το εξής: η αυτοσυνείδηση της γραφής ως προς το βάθος της είναι από μόνη της μία δυνατότητα του κειμένου. Αντίθετα, και αυτό είναι τόσο σύνηθες, τα κείμενα που καταφεύγουν σε μια επίφαση βάθους, αυτοαναιρούνται, καταργώντας κάθε δυνατότητα ουσιαστικής εμπλοκής με το κείμενο. Ωστόσο, δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο το γεγονός ότι αυτή ακριβώς η επίφαση βάθους, είναι βασικό συστατικό της ευκολο-αναγνωσιμότητας και της ευπωλητότητας. Δεν πρέπει να μείνει απαρατήρητο, επίσης, πόσο συχνά αυτή η επίφαση βάθους αναδιπλασιάζεται, αποκτά μία δεύτερη ζωή μέσα από κείμενα τα οποία παρουσιάζουν (στην ουσία προωθούν) τα βιβλία στα οποία ενυπάρχει αυτό το πλαστό βάθος. Το ζήτημα όμως και πάλι δεν είναι η ευθεία επίθεση και προσβολή της ψυχαγωγίας και των μέσων που μετέρχεται για να αυτοπαρουσιάζεται ως πνευματικά σημαντική. Αντίθετα, θεωρώ ότι είναι η διαρκής αναμέτρηση με ερωτήματα όπως: είναι σημαντική η στοχαστική διάσταση της λογοτεχνίας; Γιατί δεν αρκεί μία φιλοσοφική φιλοσοφία και τι έχει να προσθέσει μία λογοτεχνική φιλοσοφία; (αυτή που παράγεται / ενυπάρχει στα λογοτεχνικά κείμενα) Πρόκειται για βασικά ερωτήματα της σχέσης ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία και είναι πραγματικά ευτύχημα που η πραγμάτευση αυτής της σχέσης υποστηρίζεται πλέον από σημαντικά πονήματα όπως αυτό του Σαμπό, και την εξαιρετική μέριμνα με την οποία προσφέρεται στον Έλληνα αναγνώστη.
* Ο ΘΩΜΑΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ είναι συγγραφέας.
altΦιλοσοφία και Λογοτεχνία
Προσεγγίσεις και διακυβεύματα ενός ζητήματος
Philippe Sabot
Εισαγωγή, μετάφραση, σημειώσεις Γιάννης Πρελορέντζος
Gutenberg 2017
Σελ. 288, τιμή εκδότη €13,00











_______

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου